- στροφοδίνη
- η, Ν1. γρήγορη περιστροφή, στροβιλισμός2. αστροναυτ. ηθελημένη περιστροφή πυραύλων ή διαστημοπλοίου γύρω από έναν άξονα και κυρίως γύρω από τον άξονα συμμετρίας τού σώματος.[ΕΤΥΜΟΛ. < στρέφω / στροφή + δίνη].
Dictionary of Greek. 2013.